Αντί προλόγου


«Τα έργα του ιστορικού και του ταξιδιώτη συμβαδίζουν. Έχουν τις ίδιες αξιώσεις για ηθική ευθύνη, ευσυνειδησία και αντικειμενικότητα. Ο ιστορικός παραθέτει τα γεγονότα και την ερμηνεία τους. Ο περιηγητής καταχωρεί τις δικές του εμπειρίες. Αποθανατίζει το σκηνικό μιας δεδομένης στιγμής.…….Οι αφηγήσεις των περιηγητών είναι ζωντανές, αναφέρονται στην επικαιρότητα, στο “εν όψει”, έχουν φυσικότητα και φρεσκάδα. Αφελείς πολλές φορές, αλλά οπωσδήποτε αυθόρμητες ,ειλικρινείς και απρογραμμάτιστες»

Κυριάκος Σιμόπουλος

Πέμπτη 21 Αυγούστου 2008

Παίρνοντας στις διακοπές και το σπίτι μας μαζί (Camper Holidays)








Χωρίς λόγια....










Καταπράσινη και κρυστάλλινη η ακτή του λιμανιού των Κυθήρων, στο Διακόφτι.


Αυτό το ξενοδοχείο δεν πληρώνεται!! Στην παραλία του Αβλέμονα στα Κύθηρα.



Στιγμές ξεκούρασης στην Καρύταινα (Ορεινή Αρκαδία)
'Εξω από την Στεμνίτσα (Ορεινή Αρκαδία)



Φως, νερό και θέα, στο φαράγγι του Λούσιου..!
(Στεμνίτσα-Ορεινή Αρκαδία)







Στην Αγ. Πελαγία στα Κύθηρα

















Αν πάλι προτιμάτε τα άγρια βουνά, προτείνω την ίδια λύση.....




Τα μικρά τροχόσπιτα μπορούν να πάνε σχεδόν παντού, άλλωστε η φωτογραφία το επιβεβαιώνει (Αρκουδόρεμα-Διπόταμα Δράμας)






Δενδρόσπιτο, μνήμες από τα παιδικά μας χρόνια
(Κοντά στα Ελληνο-βουλγαρικά σύνορα, Διπόταμα, Δράμα)
Συνεχίζεται........

Κυριακή 20 Ιουλίου 2008

Ένα "σπιτικό" ξενοδοχείο.


Jennifer Hotel, (Ταξιάρχης - Δράμας)

Αυτό το ιδιαίτερα προσεγμένο και "σπιτικό" ξενοδοχείο, μοιάζει να ξεπήδησε από άλλες εποχές. Από καιρούς που ο κόπος του ταξιδιώτη, ήταν σεβαστός και η φροντίδα ανθρώπινη.
Τόσο η απόσταση του από τον κεντρικό δρόμο και την πόλη της Δράμας, όσο και η προσεγμένη κατασκευή του, που δένει με την εξυπηρέτηση και το τοπίο, προσδίδουν έναν χαρακτήρα παρελθοντικό.
Στην κορυφή του χαμηλού λόφου στο χωριό των Ταξιαρχών, εποπτεύει τον κάμπο των Φιλίππων και της Δράμας, που ξεπροβάλλουν ανάμεσα στα γύρω βουνά. Αν μείνει κάποιος έστω και ένα βράδυ, δεν αναρωτιέται πλέον για το λόγο που το χωριό είναι κτισμένο στο σημείο αυτό. Το κλίμα έχει καθορίσει την θέση του οικισμού και όχι κάποιος άλλος λόγος. Η θέα και η ηρεμία του τόπου, δεν ήταν στοιχεία που θα συγκινούσαν τους πρώτους κατοίκους, σε χρόνια δύσκολα, που η επιβίωση αποτελούσε την πρωταρχική τους ανάγκη.
Στον απέναντι ακριβώς λόφο από το ξενοδοχείο, περίπου στην μέση του χωριού, βρίσκεται η μονή "Μεταμόρφωσης του Σωτήρος". Ο φιδωτός δρόμος που διέρχεται από κάτω διασχίζει όλο τον οικισμό και οδηγεί στα ορεινά του νομού, το Σιδηρόνερο, την Σκαλωτή και το Καρά-Ντερέ. Είναι το πρώτο κατοικημένο μέρος, που συναντά ο ταξιδιώτης μετά την Δράμα.
Το γραφικό καφενείο δίπλα στην κατάφυτη ρεματιά, που χωρίζει το χωριό στην μέση, έχει μείνει ανέπαφο πολλές δεκαετίες, αφού το θυμάμαι από μικρός. Χτισμένο με πέτρα, απλό, με ξύλινα παμπάλαια παράθυρα και πολλά στρώματα λαδομπογιά, με παλιές ψάθινες καρέκλες και τραπέζια που τρίζουν, διατηρεί την εικόνα του και αντιστέκεται στα σημεία των καιρών, σχεδόν μισό αιώνα τώρα. Το ηλικιωμένο ζευγάρι που από την νιότη του ήταν εκεί, έχει γίνει κομμάτι του χώρου και του χρόνου και θα το εγκαταλείψει μόνο όταν φύγει από τον κόσμο αυτό. Εύχομαι και έπειτα από άλλα τόσα χρόνια να είναι εκεί, ανέγγιχτο, προσφέροντας την δροσιά του και την φιλοξενία του στους περαστικούς.

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2008

Οχυρά της Καβάλας του 1914

Τα οχυρά της Καβάλας του 1914
....το τελευταίο σύνορο....









Τα ακόλουθα αποτελούν περίληψη άρθρου μου, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Panzer (Μάιος-Ιούνιος 2007, εκδ. Περισκόπιο). Tο πλήρες άρθρο δημοσιεύθηκε , στην εφημερίδα της Καβάλας "Χρονόμετρο" τον μήνα Αύγουστο του 2008, σε τρία μέρη.






Τα οχυρά της Καβάλας του 1914, άγνωστα στους περισσοτέρους, αλλά σημαντικά για την ιστορία της περιοχής, αποτελούν το θέμα της δημοσίευσης αυτής. Η μοναδικότητα τους έγκειται στο γεγονός ότι δεν αφορούν παραμεθόρια φύλαξη συνόρων, αλλά το τελευταίο προπύργιο του ελληνικού στρατού, όντας αρκετά μακριά από τα βόρεια σύνορα μας.
Κατασκευασμένα το 1914 δεν έγραψαν ένδοξες σελίδες, ούτε έζησαν ηρωικές στιγμές, αφού παραδόθηκαν αμαχητί στους Βουλγάρους το 1916 και μάλιστα κατόπιν συμφωνίας με την κυβέρνηση Σκουλούδη. Οι αγωνίες, οι φόβοι, οι ελπίδες όμως των υπηρετούντων σε αυτά, ήταν οι ίδιες με αυτές όλων των άλλων και για το λόγο αυτό αξίζει να μνημονευθούν.


Η αλφαβήτα της άμυνας


Δέκα συνολικά οχυρά, με αλφαβητική σήμανση (Α,Β,Γ,Δ,Ε,Ζ,Η,Θ,Ι,Κ), αναφέρονται στις πηγές του Γ.Ε.Σ. και σε στρατιωτικούς χάρτες της εποχής. Στην παρούσα δημοσίευση για λόγους χώρου θα αναφερθούν τα σημαντικότερα. Με την λογική αυτή η παρουσίαση αναφέρεται στα οχυρά Α νότια και Β, Γ, βόρεια του σημερινού κόμβου της Ν. Καρβάλης στην Ν. Εγνατία και δυτικά της κοιλάδας του Χαλκερού Ξεκινώντας από το οχυρό Α στο λόφο του ακρωτηρίου Σπαθί (όπου βρίσκεται το εμπορικό σήμερα λιμάνι του εργοστασίου λιπασμάτων Ν. Καρβάλης) συνεχίζουν με σχεδόν ευθεία κατεύθυνση προς βορά με κορύφωση το οχυρό Δ. Αντίστροφη διάταξη, δηλαδή από βόρεια προς νοτιοδυτικά ακολουθούν και καταλήγουν στο οχυρό Κ στο λιμάνι Ελευθερών προστατεύοντας έτσι και τους θαλάσσιους δρόμους στα νότια του όρους Συμβόλου. Σχηματίζουν μια “τριγωνική ασπίδα” προστασίας, έχοντας πρακτικά αγκαλιάσει την Καβάλα. Ιδιαίτερα τα Α,Β,Γ καλύπτουν το παλαιότερο πέρασμα από το διάσελο στο Χαλκερό καθώς και το σημερινό πέρασμα της Νέας Εγνατίας.


Το οχυρό Α είχε διπλό ρόλο εποπτεύοντας και το θαλάσσιο πέρασμα προς τον κόλπο της Ν. Καρβάλης στα ανατολικά εκεί που σήμερα βρίσκεται το εργοστάσιο της Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων (Β.Φ.Λ.), ενώ ελέγχει την περιοχή άσπρης άμμου από δυτικά.


Περιληπτικά αναφέρω τον αμυντικό ρόλο ανάλογα με την θέση του κάθε οχυρού:
1. Οχυρά Α,Β,Γ. Αφορούν την προστασία της πόλης από ανατολικά αλλά και την παρεμπόδιση εισβολέων από τα δυτικά και βόρεια προς την Θράκη.
2. Οχυρά Δ, Ζ, Ε, Η & Η1. Κλείδωναν από δυτικά τον ορεινό όγκο της Λεκάνης και προστάτευαν τον κύριο οδικό άξονα από Δράμα στο ύψος των οικισμών Αμυγδαλεώνα και Σταυρού.
3. Οχυρά Θ,Ι,Κ. Τοποθετημένα στο όρος Σύμβολο επόπτευαν τόσο την κοιλάδα μεταξύ όρους Συμβόλου και Παγγαίου, τα ορεινά περάσματα καθώς και την παραλιακή ζώνη.
Πολυβολεία και πρόχειρες οχυρωματικές θέσεις σε όλο το μήκος των παραλίων αλλά και στον ορεινό όγκο συμπλήρωναν τις ανάγκες ανάσχεσης. Σήμερα με προσεκτική παρατήρηση είναι ορατές οι θέσεις τους ακόμη και από την εθνική οδό που διέρχεται από τον Ν. Καβάλας με κατεύθυνση προς την Θράκη. Μια τέτοια θέση είναι και στον λόφο «Κουλέ» ακριβώς πάνω από την πόλη της Καβάλας, όπου παλαιότερα υπήρχαν οι πύργοι του Ανδρόνικου Β’ του Παλαιολόγου (1282-1320). Το «Μακρόν Τείχος» που συνέδεε τους πύργους, παράλληλα μετέφερε το νερό στην πόλη, που τότε περιορίζονταν στον βράχο της Παναγίας και την προστάτευε και από τις δύο κατευθύνσεις ανατολή και δύση από τους εισβολείς. Η καταστροφή από τις μεταγενέστερες οχυρωματικές επεμβάσεις με την δημιουργία ορυγμάτων αλλά και την χρήση υλικών από τα μνημεία αυτά, είναι και σήμερα ακόμη εμφανής. Αρκεί μια πεζοπορία στο σημείο για να την διαπιστώσει κανείς και βέβαια να εκτιμήσει την στρατηγική θέση του λόφου ανά τους αιώνες.


Ιστορία στον βράχο….’’σκληρές λέξεις’’

Χαράξεις σε βράχους με ονόματα στρατιωτών, βαθμούς και ημερομηνίες αδιάσειστες αποδείξεις της ανθρώπινης ανάγκης για «αιωνιότητα», εντοπίσαμε στην πρώτη γραμμή μάχης του οχυρού Β. Ανάμεικτα τα συναισθήματα μας, έκπληξη και συγκίνηση από την απρόσμενη αυτή ανακάλυψη. Η αγωνία, η ματαιότητα, η επιθυμία να γνωρίσουν οι μεταγενέστεροι αυτούς τους άγνωστους υπερασπιστές, ήταν χαραγμένη σε λίγες αράδες στην σκληρή πέτρα. Σταθήκαμε γεμάτοι σκέψεις μπροστά στον «βράχο της αγωνίας» προσπαθώντας να νιώσουμε τους στρατιώτες αυτούς και τους φόβους τους. Ατέλειωτες οι ώρες με το όπλο στο χέρι, φόβος για μια ξαφνική λάμψη στον ουρανό, αγωνία για μια ριπή στο σκοτάδι, για ένα νέο καλό στον ασύρματο. Γνώριζαν άραγε οι αγαπημένοι τους που βρίσκονταν, θα τους έβλεπαν ποτέ; Ποιος ξέρει πως ένιωσαν, τι τους έδωσε την δύναμη να σκαλίσουν την ύπαρξη τους στον ανεξίτηλο καμβά της πέτρας. Ίσως η δημοσίευση αυτή να εκπληρώνει την επιθυμία τους να μην ξεχαστούν, ίσως απλά να δίνει σε εμάς την ευκαιρία να μην τους λησμονήσουμε. Ότι και να είναι πάντως μας πρόσφερε την ευκαιρία να καταλάβουμε ότι αν σήμερα νιώθουμε ασφαλείς, το οφείλουμε σε εκείνους που κοιμόταν με τα μάτια ανοικτά και τα όπλα στο χέρι, στις πέτρινες αυτές πολιτείες. Είναι χειρότερο να υπάρχεις και να λησμονηθείς, από το να μην υπάρξεις καθόλου.
Όλες οι χρονολογίες που εντοπίστηκαν αφορούσαν την τριετία 1915-1917, εκτός από μία μόνο που αναφέρονταν στο 1927. Ιδιαίτερα δυσανάγνωστη η τελευταία, μας ανάγκασε να ψάξουμε ακόμη περισσότερο στις πηγές. Αυτό που προέκυψε είναι η επαναχρησιμοποίηση κάποιων από τις εγκαταστάσεις, σε ένα δεύτερο κύμα οχυρωματικής λογικής τα χρόνια εκείνα. Το γεγονός ότι δεν εντοπίστηκε καμιά άλλη βραχοχάραξη στα υπόλοιπα οχυρά, δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στο συγκεκριμένο και προδίδει την συνεχή παρουσία στρατεύματος. Σημάδια όπως «Δημήτρης Μπιτσίκος.. Δεκανεύς Ευβοίας ..Ετών 22…1927Β» θύμιζαν επιτύμβια στήλη, αν και γνωρίζουμε ότι δεν χύθηκε ούτε μία σταγόνα αίμα στα απόκρημνα αυτά βράχια.


Χρονικό Οχυρών


Ιούλιος 1916: Μπροστά στην απειλή της Γερμανοβουλγαρικής απειλής οι διοικητές του Δ’.Σ.Σ. και του Φρουρίου Καβάλας, ζήτησαν οδηγίες από το Υπουργείο Στρατιωτικών για το ενδεχόμενο εισβολής των προαναφερθέντων στρατευμάτων.
25 Ιουλίου 1916: Ο Υπουργός Στρατιωτικών Στρατηγός Κων. Καλλάρης απαντά με διάθεση αντίστασης από την πλευρά της κυβέρνησης, λόγω των διαπραγματεύσεων με τους συμμάχους, με τα εξής :
«Ουδέν οχυρών συνόρων θέλετε παραδώσει εις ουδένα, ούτε θέλετε εκκενώσει άνευ ειδικής ημών διαταγής την οποία θέλετε προκαλέσει, μόνον όταν παρουσιασθή το ζήτημα»
15 Αυγούστου 1916: Λίγες μέρες μετά την απόπειρα αντίστασης αλλά και με την αποτυχία συνεννόησης με τους συμμάχους για εδαφική ακεραιότητα και οικονομική βοήθεια, η Κυβέρνηση αποφασίζει να μην προβάλει αντίσταση και διατάζει το Φρούριο Καβάλας να αποσύρει από τα Οχυρά –με την βοήθεια του Δ’ Σ.Σ. τα πυροβόλα και τα πολυβόλα. Ο οπλισμός των οχυρών Λίσσε, Περιθώρι και Τουλουμπάρ μεταφέρθηκε στην Δράμα με πολλές δυσκολίες από το 7ο σύνταγμα Πυροβολικού στο οποίο είχε ανατεθεί το έργο αυτό.
17 Αυγούστου 1916: Ξεκίνησε η διάβαση των συνόρων από τους Γερμανοβουλγάρους.
18 Αυγούστου 1916: Το Δ.Σ.Σ. λαμβάνει διαταγή από τον Υ.Σ. για απόσυρση όλων των τμημάτων του σώματος αλλά και ολόκληρων φρουρών ερυμάτων (οχυρών) στις έδρες των Μεραρχιών. Σκοπός η αποφυγή οποιασδήποτε προστριβής.
20 Αυγούστου 1916: Ο Διοικητής του Δ’.Σ.Σ. συνταγματάρχης Χατζόπουλος με τηλεγράφημα του στο Υπουργείο στρατιωτικών αναφέρει ότι η συμπεριφορά των Βουλγάρων είχε γίνει εντελώς εχθρική. Παράκληση του και η βοήθεια από θαλάσσης με την υποστήριξη του Στόλου με διπλό όφελος, την στρατιωτική υπεροχή αλλά και τον εφησυχασμό του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί στο λιμάνι.
23 Αυγούστου 1916: Κατάληψη οχυρών Δ και Ε. Το τηλεγράφημα που ο Συνταγματάρχης Χατζόπουλος έστειλε στην Κυβέρνηση για να λάβει οδηγίες, δυστυχώς δεν πρόλαβε να απαντηθεί. Την ίδια κιόλας μέρα οι Βούλγαροι κατέλαβαν τα οχυρά Δ και Ε.
24 Αυγούστου 1916: Κατάληψη οχυρών I,Z, και Η.
25 Αυγούστου 1916: Κατάληψη οχυρών Α,Β και Γ. Ο Συνταγματάρχης Χατζόπουλος αντιλαμβανόμενος τον άμεσο κίνδυνο υποσιτισμού και γνωρίζοντας την δυσμενή θέση του ελληνικού στρατού αναγκάσθηκε να ζητήσει τον επισιτισμό της πόλεως από Δράμα κατόπιν συνεννοήσεως με τους Βουλγάρους και να παραδώσει και τα “τελευταία σύνορα’’ όπως πριν ανέφερα.
Η παράδοση των οχυρών ήταν πλέον μια πραγματικότητα, σχεδόν αμαχητί παραδόθηκαν στους Βουλγάρους πριν καν προλάβουν να προσφέρουν έστω και λίγα στην άμυνα της πόλης. Η 13/25 Αυγούστου 1916 ήταν η τελευταία μέρα που η ελληνική σημαία κυμάτιζε στις κορφές των βουνών της Καβάλας, ακριβώς ένα μήνα μετά από τις γενναίες διαταγές του Υ.Σ. Στρατηγού Κ. Καλλάρη ότι «ουδέν οχυρών συνόρων θέλετε παραδώσει εις ουδένα»!
Οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί εγκατέλειψαν τα βόρεια υψώματα της Καβάλας στις 6 Σεπτεμβρίου 1916, «έτσι, η φρουρά της Καβάλας περιορίστηκε μέσα στην πόλη, χωρίς καμία δυνατότητα άμυνας»[1]


Το Δ’ Σώμα Στρατού παραδόθηκε και μέχρι την 14η Σεπτεμβρίου 1916 είχε μεταφερθεί σιδηροδρομικά «φιλοξενούμενο» στο Γκέρλιτς της Γερμανίας (κοντά στα σύνορα με την Πολωνία). Περίπου 8.000 οπλίτες και 200 αξιωματικοί βρέθηκαν εκεί μέχρι το τέλος του πολέμου. Δυστυχώς μεταξύ αυτών που πέθαναν κατά την αιχμαλωσία ήταν και ο Συνταγματάρχης Χατζόπουλος (5-4-1918), που παρά τις προσπάθειες του δεν μπόρεσε να αποτρέψει την παράδοση του Δ’Σ.Σ.
Την ίδια τύχη λίγο νωρίτερα είχαν και τα οχυρά του Ρούπελ (27-5-1916) που επίσης παραδόθηκαν χωρίς μάχη. Τα δικά μας όμως δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να ανταποδώσουν την ντροπή στους κατακτητές όπως το Ρούπελ που δοξάστηκε κατά τον Β΄Π.Π. αναδεικνύοντας την αυταπάρνηση και την πίστη των Ελλήνων στην πατρίδα τους.

Επίλογος
Λήθη στα πέτρινα χρόνια

Απομεινάρια τώρα μιας άλλης εποχής, στέκουν βουβά στις κορφές των λόφων λησμονημένα και καταδικασμένα στο πέρασμα του χρόνου. Σε λίγα χρόνια η ίδια η φύση θα τα περάσει στην άγνωστη ιστορία μας, καλύπτοντας τα έως ότου κάποιοι άλλοι τα αναζητήσουν.
Λίγοι σήμερα γνωρίζουν ακόμη και την ύπαρξη τους, παρά την παρουσία τους σχεδόν ένα αιώνα στους κοντινούς λόφους της πόλης της Καβάλας. Αποτέλεσαν σημαντικά σημεία άμυνας και στις δύο βουλγαρικές κατοχές και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 40 είχαν πλέον χαθεί από την μνήμη των ντόπιων. Ίσως και εμείς σήμερα να πράτταμε το ίδιο, έχοντας θλιβερές μνήμες από την περίοδο αυτή. Αν όμως τα βλέπαμε με ιστορική ματιά, θα μπορούσαν ακόμη και να αποτελέσουν σημεία επίσκεψης για τους φίλους της ιστορίας και ιδιαίτερα της πρόσφατης. Είναι η θέση τους τέτοια, στην κορυφή των λόφων, με την υπέροχη πανοραμική θέα και την πλούσια βλάστηση, που κόβει την ανάσα. Σήμερα αναψυχή και γνώση, κάποτε φόβος και αγωνία, το ίδιο μέρος διαφορετικά συναισθήματα. Αν δεν αναδειχτούν, αν δεν τους δοθεί η θέση που τους αξίζει στην μνήμη μας σαν τους «παππούδες» των μεγάλων οχυρώσεων του 40, χάνεται ένα κομμάτι της ιστορίας μας, ένας κρίκος με το παρελθόν. Αυτοί που πιστεύουν ότι μόνο τα ιδιαίτερα μνημεία αξίζει να μνημονευθούν πιστεύω ότι σφάλουν, το παραμικρό στοιχείο μπορεί να είναι σημαντικό γιατί αποτελεί την συνέχεια μιας σειράς άλλων, που όλα μαζί δίνουν την πλήρη εικόνα. Ας μην είμαστε λοιπόν «επιλεκτικοί» και ας προσπαθήσουμε ο καθένας με τον τρόπο του να προσθέσει μια πληροφορία έστω και ασήμαντη γιατί ποτέ δεν γνωρίζουμε την πραγματική σημασία της. Στις περιπλανήσεις μας στις κορφές αυτές πάντα καταλήγουμε σε μια ευχή: ’’καλή τύχη στην λίθινη πανοπλία που για αιώνες μας προστάτεψε από τους εχθρούς…..’’


Τελευταίο αλλά όχι ασήμαντο, θέλω να ευχαριστήσω τους φίλους και συνοδοιπόρους Θ.Λυμπεράκη, Γ. Λεπίδα, Κ. Λεμπιδάκη, Γ. Μιχαηλίδη, Σ. Καρακολίδου, Ν. Θεοδωρίδη για την βοήθεια τους στην έρευνα και την συντροφιά τους στις μοναδικές αυτές αποδράσεις.


[1] “Επίτομη Ιστορία της Συμμετοχής του Ελληνικού Στρατού στον Α΄Π.Π. 1914-1918” Γ.Ε.Σ. Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, Αθήνα 1993, σελ.99









Πέμπτη 3 Ιουλίου 2008

Ψήγματα ιστορίας και μετάλλων

Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο,το πόσους λίγους φίλους έχει κερδίσει η σπηλαιολογία, σε μια περιοχή που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε διάτρητη από σπήλαια, τόσο τεχνητά όσο και φυσικά. Για τους αναγνώστες που ίσως δεν κατάλαβαν το «υπονοούμενο», αναφέρω ευθύς παρακάτω τι εννοώ.
Τα φυσικά σπήλαια δημιουργούνται συνήθως από την διάβρωση των ασβεστόλιθων από τα όμβρια ύδατα, από υπόγειους ποταμούς (καρστικά φαινόμενα) ή από την ταχεία ψύξη των επιφανειακών τοιχωμάτων της ρέουσας λάβας. Ο άνεμος δημιουργεί επίσης κοιλότητες στον βράχο, αλλά σπάνια φθάνουν σε βάθος τέτοιο, ώστε να παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Το μεγαλύτερο όμως ενδιαφέρον τους το ανακαλύπτουμε εσωτερικά. Τα υλικά που βρίσκονται στο εσωτερικό αποτελούν αντικείμενο μελέτης πολλών επιστημών, όπως η γεωλογία, η παλαιοντολογία, η αρχαιολογία, η αρχαιομετρία, η βιολογία και άλλες.
[1] Ο πλούσιος εσωτερικός διάκοσμος με σταλαγμίτες και σταλακτίτες και οι υπέροχοι χρωματισμοί που συναντάμε, έχουν κάνει τα σπήλαια προορισμό τουριστών και επιστημόνων. Ανάλογα παραδείγματα αξιοποιημένων σπηλαίων στην περιοχή μας είναι το σπήλαιο Μααρά στην Δράμα και το σπήλαιο Αλιστράτης[2] στο νομό Σερρών.
Σε κάποιες περιπτώσεις η ανακάλυψη μιας φλέβας μεταλλεύματος σ’ ένα φυσικό σπήλαιο και η περαιτέρω διάνοιξη του, οδήγησε στην δημιουργία των σπηλαιορυχείων.
Η περιοχή της Καβάλας είναι γνωστή από την αρχαιότητα για την έντονη μεταλλευτική της δραστηριότητα, από τους χρόνους των πρώτων θρακικών φύλων και σε πλήρη ανάπτυξη στα χρόνια της Θασιακής αποίκισις Είναι μια περιοχή ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα για τον ερευνητή σπηλαιολόγο, ιστοριοδίφη, αρχαιολόγο, μεταλλειολόγο, αλλά και για τον απλό φυσιολάτρη. Συχνά μας διαφεύγει το γεγονός ότι τα σπήλαια, φυσικά και τεχνητά, εκτός από αναπόσπαστο μέρος του παρελθόντος μας, είναι και κομμάτια της φύσης, ή ορθότερα της υπόγειας φύσης. Μπορούν να δώσουν δυνατές συγκινήσεις και πρωτόγνωρες εμπειρίες, αρκεί κάποιος να τα προσεγγίσει με τον σωστό τρόπο, (νόμιμα, μέσω συλλόγων και με την απαιτούμενη ασφάλεια). Μύθοι και φοβερές ιστορίες συνδέονται με τα “υπόγεια παλάτια”, όπως κάποιοι τ’ αποκαλούν, οι αδαείς συχνά τ’ αποφεύγουν και τα φοβούνται. Τα περισσότερα είναι φανταστικές ιστορίες, που ξεκινούν συνήθως από τα “παλικάρια” που τελικά απέτυχαν να τα γνωρίσουν σε “βάθος”. Σαφώς κρύβουν κινδύνους γι’ αυτούς που δεν γνωρίζουν, υπάρχει πάντα όμως τρόπος για μια ασφαλή εξερεύνηση.
Οι αναφορές αριθμούν εκατοντάδες στοές στην περιοχή του Παγγαίου, (όπως οι περισσότεροι γνωρίζουν), πράγμα που δικαιολογεί και τον χαρακτηρισμό του τελευταίου σαν μυθικού και “χρυσοφόρου όρους”. Δεν είναι όμως το μόνο σημείο που ο χρυσός κάποτε αποτελούσε το κύριο έσοδο, επίσης μεγάλο αριθμό στοών συναντάμε στις πλευρές του Συμβόλου όρους, στην Ν. Καρβάλη και τα γύρω βουνά. Άλλωστε, πολύς λόγος έχει γίνει για την «Σκαπτή ύλη» και τα μεταλλεία του ιστορικού Θουκυδίδη, όχι αδικαιολόγητα, γιατί, όπως αναφέρεται από τον Πλούταρχο, στην διήγησή του για τον Κίμωνα, ο Θουκυδίδης πέθανε στην Σκαπτή ύλη. Δεν θα μπούμε στην λογική της ανάπτυξης του ζητήματος αυτού, διότι οι διχογνωμίες είναι πολλές και σε όλα τα επίπεδα. Το εμπιστευτήκαμε στους ειδικούς και αποφύγαμε τον πονοκέφαλο των υποθέσεων για την ταύτιση της «Σκαπτής ύλης». Αυτό που είναι σημαντικό είναι το γεγονός, ότι τα ορυχεία αυτά χρηματοδότησαν την Μακεδονική Δυναστεία του Φιλίππου Β΄ και αποτέλεσαν την αιτία για μια μακρόχρονη και σταθερή ανάπτυξη της περιοχής. Όπως αναφέρθηκε από τον Στράβωνα, η πρόσοδος από τα μεταλλεία έφθανε τα 1.000 τάλαντα τον χρόνο, ποσότητα ιδιαίτερα υψηλή. Από την άλλη πλευρά, αρκετά κακά προξένησαν με τον πλούτο τους, προκαλώντας κατακτητές και διεκδικητές από όλη την αρχαία Ελλάδα.
Το νησί της Θάσου επίσης, ιδιαίτερα πλούσιο σε μεταλλεύματα, δικαιολογεί για τον λόγο αυτό τις πολλές στοές που υπάρχουν σ’ αυτό.
Ο χρυσός και το ασήμι πάντα αποτελούσε τον κύριο στόχο της υπόγειας εκμετάλλευσης, αλλά όχι μόνο αυτά. Ο σίδηρος και ο χαλκός ήταν κι αυτά χρήσιμα σ’ εργαλεία, όπλα, αντικείμενα καθημερινής χρήσης, κ.α. Από την αρχαιότητα ακόμη αποτελούσαν μια σημαντική πρόσοδο για τους εκμεταλλευτές τους και δεν ήταν λίγοι οι πόλεμοι που έγιναν με σκοπό την κυριότητα των κοιτασμάτων.
Οι Φοίνικες, με βασιλιά τον Κάδμο, που έφτασαν στο Παγγαίο το 1.400 πΧ., ανακάλυψαν πρώτοι το χρυσό. Ήταν άριστοι μεταλλωρύχοι, πολιτισμένοι και μ’ εξερευνητικό πνεύμα. Πράγματι, ανέπτυξαν τις τεχνικές εξόρυξης, αλλά και αύξησαν κατά πολύ την παραγωγή.
Παρόλο που τα πρώτα Θρακικά φύλα εμφανίστηκαν πριν τους Φοίνικες, περί το 1.800 π.Χ., στην περιοχή, μόνο οι Σάτρες, φυλή πολεμική και ορεσίβια, είχαν την “μερίδα του λέοντος” στα κοιτάσματα χρυσού και ήταν απρόσιτοι στους εισβολείς, λόγω της διαβίωσής τους μόνο στις δύσβατες και χιονοσκέπαστες κορυφές του βουνού. Δεν τους υπόταξε κανείς, ούτε ο Ξέρξης, αλλά ούτε ο Μ. Αλέξανδρος. Διατηρούσαν μαντείο του Διονύσου,(υπάρχουν διάφορες θεωρίες για το σημείο που βρίσκεται, αλλά δεν έχει εντοπιστεί ακόμη), του οποίου οι υπεύθυνοι ιερείς ονομαζόταν Βησσοί.
Πολύ αργότερα οι Αθηναίοι, (470 π.Χ.), εγκαθίστανται στην αρχαία Ηϊόνα (περιοχή σημερινής Τούζλας - Οφρυνίου) και μετέπειτα, (399 π.Χ.), οι Μακεδόνες, με τον Φίλιππο Β’, παίρνουν κι αυτοί το μερίδιό τους, ελέγχοντας την περιοχή, από την Αμφίπολη έως το Νέστο. Η εκμετάλλευση των χρυσωρυχείων στηρίζει, σε μεγάλο βαθμό, την Μακεδονική δυναστεία. Ο Μ. Αλέξανδρος χρηματοδοτεί με το πολύτιμο μέταλλο την εκστρατεία του στην Ασία. Ακολουθούν οι Ρωμαίοι, το 168 π.Χ.
Τα ορυχεία της Μακεδονίας έκοψαν τα πρώτα χρυσά νομίσματα το 550 π.Χ, ενώ εκατό χρόνια αργότερα (445-425 π.Χ.) εκδόθηκαν αργυρά, τετράδραχμα νομίσματα, από τα ορυχεία στην περιοχή της Θράκης, η παραγωγή των οποίων έφθανε τα τετρακόσια τάλαντα αργύρου τον χρόνο. Από την εποχή του Φιλίππου κι έπειτα, τα χρυσωρυχεία απέδιδαν περισσότερα από χίλια τάλαντα το χρόνο, ποσό αντίστοιχο με το Α.Ε.Π. της αρχαίας Αθήνας του 4ου αιώνα π.Χ.!!
[3]
Η περιοχή, γενικότερα, είναι πλούσια σε μεταλλευτικές στοές, όπως αυτές που βρέθηκαν βόρεια της Καβάλας, στην θέση ‘’Τρία Καραγάτσια’’, τυχαία, κατά την διάνοιξη δασικού δρόμου, το σύμπλεγμα της Αγ. Ελένης στο χωριό Ζυγός, των βουνών της Λεκάνης, της περιοχής του οικισμού Λεύκης και φυσικά του Παγγαίου, αλλά και πολλές άλλες, που δεν είναι ακόμη γνωστές, για διάφορους λόγους, (κατολισθήσεις, σεισμούς, φερτά υλικά που κάλυψαν τις εισόδους, κ.α.).
Πηγές αναφέρουν ότι τον 4ο αι. π.Χ. τα ορυχεία του Παγγαίου είχαν ήδη παρακμάσει, λόγω της μηδαμινής ποσότητας ευγενών μετάλλων που είχε παραμείνει. Αντίθετα αυτά των βουνών της Λεκάνης αποδεδειγμένα λειτούργησαν μέχρι και το τέλος της ρωμαϊκής εποχής.

Ο ρόλος τους άλλαξε, φιλοξένησαν αντάρτες, αλλά και τακτικό στρατό κατά τους πολέμους, λήσταρχους, ολόκληρα μαντριά, με τα χρόνια παραδόθηκαν στους πρώτους κατοίκους τους, τις νυχτερίδες. Οι στοές εγκαταλείφθηκαν κι έτσι σήμερα παραμένουν, όσες τουλάχιστον είναι γνωστές, μνήμες από το παρελθόν.
Για κάποιους όμως η “μαγεία” τους δεν έχει σβήσει. Τους προσφέρουν ένα τόπο έρευνας, πληροφορίας, μυστηρίου και, όσο και να ακούγεται παράξενο, ένα τόπο ηρεμίας και συγκέντρωσης. Η “Ασκητότρυπα” στην Νικήσιανη, τα “ασκηταριά” στο Άγιο Όρος καθώς και σε όλη την Ελλάδα, επιβεβαιώνουν τα προηγούμενα.
Σκοπός αυτής της καταχώρησης είναι να καταδείξει ένα σημαντικό στοιχείο της περιοχής μας, που μπορεί ίσως, με την κατάλληλη προσέγγιση, ν’ αποτελέσει πόλο έλξης ειδικού τουρισμού. Η γνώση που θα προκύψει, ύστερα από σοβαρή, επιστημονική, ιστορική και αρχαιολογική έρευνα, επί του πεδίου, μάλλον θα πρέπει ν’ απασχολήσει τους αρμόδιους φορείς σοβαρά. Εμείς όμως, ας αφήσουμε την φαντασία μας να μας οδηγήσει αυτή.
Ένα σπηλαιολογικό πάρκο, με τις ίδιες τις στοές σαν μουσεία, με εικόνες και πληροφορίες από την χρήση, τα μέταλλα, τις τεχνικές εξόρυξης, τους εργάτες ή δούλους που έζησαν και πέθαναν σ’ αυτές, είναι η δική μας ευχή και φαντασίωση. Ένας χώρος, όπου ο επισκέπτης θα ζει τη δυσκολία της εργασίας, που πολλές φορές ήταν καταναγκαστική, θ’ ακούει τα εργαλεία να χτυπούν στον σκληρό βράχο, θα νιώθει την οσμή από τον ιδρώτα και τον μουχλιασμένο αέρα, θα ζει νοητά την σκληρότητα της ζωής των μεταλλωρύχων, θ’ αντιλαμβάνεται, πόσο δύσκολα ήταν κάποια πράγματα την μακρινή, εκείνη εποχή.
Δική μου ευχή, να ξαναδούν το "φως" έστω και ηλεκτρικό, οι υποχθώνιες αυτές κατασκευές.
[1] http://www.tirins.gr/nafpliospeleology/nafpliospeleo1.htm Άρθρο του Δρ. Βασίλη Γιαννόπουλου, Γεωλόγου με τίτλο «Στοιχεία Σπηλαιολογίας»
[2] Ένα από τα μεγαλύτερα σπήλαια της Ευρώπης με ιδιαίτερα πλούσιο διάκοσμο σταλακτιτών και σταλαγμιτών. Αυτό που το διαφοροποιεί είναι η μεγάλη ποικιλία Εκκεντριτών. Πρόκειται για σχηματισμούς που αψηφούν τους νόμους της βαρύτητας και δημιουργούνται ακολουθώντας ακανόνιστους σχηματισμούς.
[3] Γρηγόρης Ζώρζος, Μελετητής Οικονομολόγος, www.hellastoday.gr/detail.php?id=2716

Στοές στο "Ακόντισμα"

Στοές στο αρχαίο "Ακόντισμα" της Νέας Καρβάλης Καβάλας
Μια αναπάντεχη πληροφορία

Χωμένος στην πολυθρόνα μου απολάμβανα την άδεια μου διαβάζοντας, κάποια Χριστούγεννα λίγα χρόνια πριν όταν με δυνατές φωνές η κόρη μου μπήκε στο δωμάτιο, «μπαμπά - μπαμπά, ο Άγιος Βασίλης έρχεται στην Καρβάλη!!». Σάστισα για μια στιγμή, τι να κάνει στην Καρβάλη σκέφθηκα, μάλλον του παράγγειλαν κουραμπιέδες οι νάνοι και συνέχισα την μελέτη.
Όσοι είναι γονείς έχουν καταλάβει ήδη την συνέχεια, η θαλπωρή και η ηρεμία διαλύθηκε σαν σύννεφο στον δυνατό αέρα. Έπρεπε να υποκύψω, έπρεπε να την πάω να γνωρίσει τον καλοκάγαθο και γενναιόδωρο αυτόν θρύλο. Άλλωστε ούτε και εγώ είχα δει ποτέ μου έναν “Καππαδόκα” άγιο. Για να μην τα πολύ-γράφω “γενηθήτω το θέλημα σου”. Ώσπου να το καταλάβουμε ήμασταν ήδη στον λόφο της Καρβάλης περιχαρείς και στολισμένοι, οδεύοντας για την είσοδο της «σπηλιάς του Αϊ Βασίλη».
Η ατμόσφαιρα ήταν φανταστική. Η στοά φωτισμένη με κεριά έδινε την εντύπωση μυστηριακού τόπου, θύμιζε ταινίες με τον Ιντιάνα Τζόουνς και για να είμαι σύγχρονος της Λάρα Κροφτ. Βέβαια δεν υπήρχαν παγίδες, εκτός και αν κάποιος δεν πρόσεχε το κεφάλι του. Στο βάθος το τιμώμενο πρόσωπο, ο ίδιος ο Άγιος μεγαλοπρεπής και εντυπωσιακός, καθισμένος στην αναπαυτική του πολυθρόνα. Το ομολογώ ότι ο συγκερασμός αυτός της υπόγειας μαγείας, του Αγίου και του ημίφωτος ήταν κάτι που ακόμη θυμάμαι έντονα. Ακόμη εντονότερα όμως το θυμάται η μικρή, ιδιαίτερα μετά την παραλαβή του δώρου της και μάλιστα από τον ίδιο τον Αϊ Βασίλη.
Την συναγωνιζόμουν στην ικανοποίηση γιατί πήρα και εγώ ένα σημαντικό δώρο, την πρώτη μου επαφή με τις στοές. Δεν είναι ντροπή να παραδεχθώ ότι μέχρι τότε είχα την εντύπωση ότι η σπηλιά λαξεύτηκε ειδικά για τον Άγιο. Φυσικά δεν γνώριζα ούτε για το βάθος της ούτε για το ενδιαφέρον που τελικά παρουσίαζε. Πρόσεξα μόνο κάποιες διόδους κλειστές με πλέγμα, γεγονός που με έβαλε σε υποψίες για πιθανό δίκτυο στοών.
Έτσι παρέμειναν τα πράγματα για τα επόμενα δύο χρόνια, ώσπου να ξεκινήσω την σπηλαιολογία σοβαρά. Μια τυχαία σχεδόν υπενθύμιση από φίλο σπηλαιοερευνητή στάθηκε η αφορμή των επισκέψεων στις στοές.
Δύο συνολικά επισκέψεις πραγματοποιήθηκαν στις στοές, η πρώτη απλά διερευνητική η δεύτερη με περισσότερη σοβαρότητα και με την συμμετοχή μέλους αθηναϊκού σπηλαιολογικού συλλόγου. Φυσικά χρειαζόταν τουλάχιστον μια ακόμη επαφή για προσεκτικότερη παρατήρηση που πραγματοποιήθηκε το 2007. Η περιγραφή που ακολουθεί παρουσιάζει την τελική αξιολόγηση.
Η πρόσβαση είναι ιδιαίτερα εύκολη από το ‘’Ακόντισμα’’ το Λαογραφικό Χωριό που η ‘’Στέγη Πολιτισμού Ν. Καρβάλης’’ δημιούργησε με τα πρότυπα των οικισμών της Καππαδοκίας, πράξη για την οποία της αξίζουν τα εύσημα. Ο χρόνος από τον χώρο στάθμευσης του οικισμού έως την πρώτη σήραγγα είναι περίπου 5-10 λεπτά.

Στο πέρασμα των αιώνων

Θεωρώ απαραίτητο πριν περιγράψω τις στοές να αναφερθώ στην ιστορία της περιοχής, για λόγους βαθύτερης κατανόησης αυτών που ακολουθούν.
Το Ακόντισμα αναφέρεται στις αρχαίες πηγές σαν ο πρώτος σταθμός της Εγνατίας μετά την αρχαία Νεάπολη (μετέπειτα Χριστούπολη-σήμερα Καβάλα). Αρχικά η θέση του Ακοντίσματος τοποθετήθηκε σε λοφίσκο δυτικά της Ν. Καρβάλης, όπου είχαν βρεθεί τυχαία κατά τις εκσκαφές αξιόλογα αργυρά και χρυσά νομίσματα της εποχής της Δημοκρατίας. Το ‘’ανώνυμο Θασιακό εμπόριο’’ που εντοπίστηκε στον λόφο αυτό, είχε τραπεζόσχημο περίβολο τειχών στην κάτοψη, είχε καταστραφεί στον δυτικό βραχίονα και είχε υποστεί επισκευές. Η επιφανειακή κεραμική που συγκεντρώθηκε από τον εσωτερικό περίβολο χρονολογεί την ζωή του φρουρίου από τον 6ο π.Χ αιώνα έως τα ρωμαϊκά χρόνια. Η ανακάλυψη ενός άλλου φρουρίου σε οχυρό λόφο ανατολικά της Ν. Καρβάλης μετέθεσε στην θέση αυτή το Ακόντισμα. Η περίβολος των τειχών, που όπως αναφέρει η Χ. Κουκούλη -Χρυσανθάκη «σώζεται σε όλη την περίμετρο του» αλλά την στιγμή αυτή μόνο σε δύο σημεία υπάρχει ένα τμήμα τους, στην Δυτική πλευρά του λόφου (απέναντι από τα νεκροταφεία) και το δεύτερο Ν.Δ.-Ν. Το υπόλοιπο έχει καταστραφεί με αποτέλεσμα να είναι ευδιάκριτή η πορεία του μόνο από την συσσώρευση λίθων στην βάση του. Όπως επίσης αναφέρει η ίδια σε κάποια σημεία του διακρίνονται λιθόπλινθοι χωρίς συνδετικό κονίαμα, τοιχοδομία που θυμίζει το υστεροαρχαϊκό τείχος της Οισύμης ή της Αντισάρας. Η επιφανειακή κεραμική άλλωστε έδωσε όστρακα από τον 4ο αι. π.Χ. Κατά την άποψη της αρχαιολόγου το φρούριο πρέπει να χτίστηκε παράλληλα με το αντίστοιχο στα Δυτικά της Ν. Καρβάλης, δηλ. στην αρχική του φάση να ήταν και αυτό ένα «Θασιακό Εμπόριο»[1]
Στους Ρωμαϊκούς χρόνους το Ακόντισμα είναι φρούριο και σταθμός της Εγνατίας (για την περιποίηση των αλόγων και την ανάπαυση των ταξιδιωτών).
Στους Βυζαντινούς χρόνους υπάρχει ακόμη φρούριο και μικρό πόλισμα με το ίδιο όνομα.
Κατά την τουρκοκρατία στην θέση αυτή υπάρχει μικρό χωριό με τούρκους κατοίκους με το όνομα Τριρπιντί Τσινάρ.
Αρκετοί περιηγητές δίνουν σημαντικές πληροφορίες για την κατάσταση των οχυρώσεων του λόφου στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας. Αναφέρω ενδεικτικά σημεία των καταγραφών τους για την διεξαγωγή συμπερασμάτων. Από τον Clarke στο έργο του «Ταξίδια σε διάφορες χώρες» που εκδόθηκε το1802, γνωρίζουμε τα ακόλουθα: «….Και σε δύο ώρες από την στιγμή που αφήσαμε την Καβάλα, φτάσαμε σε ένα τσιφλίκι, όπως αποκαλείται στο ύπαιθρο, δηλαδή μια αγροτική εγκατάσταση που ονομαζόταν Τσαρπαντί, στην πλαγιά ενός λόφου. Από πάνω του προς τα αριστερά, βρίσκονταν τα ερείπια ενός οχυρού και οι τοίχοι οχυρωματικών πύργων……». Ο Β. Νικολαϊδης στο βιβλίο του «Οι Τούρκοι και η σύγχρονη Τουρκία» που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1859 αναφέρει: «…….Στην ανατολική άκρη της κοιλάδας ο δρόμος διασχίζει το χωριό Τσαρπαντί κοντά στους πρόποδες ενός απομονωμένου λόφου, σε απόσταση δύο ωρών από την Καβάλα. Τα ερείπια ενός μικρού οχυρού, που διακρίνεται ακόμη στην κορυφή του λόφου, μαρτυρεί ότι οι Αρχαίοι φοβούνταν μια απόβαση στις ακτές, όπου τα νερά είναι βαθιά, παρά το μικρό υψόμετρο της στεριάς……».
H θέση του οθωμανικού χωριού είναι αυτή που σήμερα υπάρχει το “αντίγραφο” χωριό, που μάλιστα είναι χτισμένο πάνω στα θεμέλια του παλαιότερου οικισμού, ακολουθώντας τα αρχιτεκτονικά σχέδια με ακρίβεια. Οι βούλγαροι το κατέστρεψαν ολοσχερώς κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (Α’.Π.Π.).
Με την είσοδο των προσφύγων από την Καρβάλη της Καππαδοκίας, ο ήδη κατεστραμμένος οικισμός αποτελεί την πηγή υλικών για την οικοδόμηση στάβλων και άλλων οικημάτων με αποτέλεσμα να εξαφανισθεί, «εκ των θεμελίων» όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Ιστοσελίδα της Στέγης Πολιτισμού N. Καρβάλης. Η χρήση των υλικών που βρίσκονταν στην φύση, όπως τα ερείπια, ήταν άλλωστε μια πρακτική που την συναντούμε σε όλους τους προσφυγικούς οικισμούς. Έτοιμα υλικά όπως κατεργασμένες πέτρες και ότι άλλο είχε διατηρηθεί σε καλή κατάσταση, αποτελούσαν μια εύκολη και το σημαντικότερο μια ανέξοδη κατασκευαστική λύση.
Η Στέγη πολιτισμού Νέας Καρβάλης μόλις το 1983 αναλαμβάνει την κυριότητα του λόφου. Τότε κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την σημερινή του εξέλιξη αλλά και τα κρυμμένα μυστικά του. Το λατομείο που κάποτε παρείχε την πέτρα για την κατασκευή του δρόμου, μετατρέπεται στο σημερινό θέατρο που τόσες διεθνείς εκδηλώσεις έχει φιλοξενήσει. Το εκκλησάκι της Αναλήψεως το συντροφεύει μια και τίποτα άλλο δεν υπήρχε τότε στον λόφο. Το 1996 με ευρωπαϊκό πρόγραμμα, την συμβολή του υπουργείου ανάπτυξης και την αγάπη των ντόπιων για τον τόπο τους, ξεκινά η ανέγερση του Λαογραφικού Χωριού Ακοντίσματος, που δίνει άλλη πνοή στην σχέση του σήμερα με το χθες. Σήμερα είναι ένας υπέροχος τόπος διαμονής και γνωριμίας με την άγνωστη ιστορία του τόπου μας, μια και οι πρόσφατες ανασκαφές αποκάλυψαν ιδιαίτερα σημαντικά αρχαιολογικά στοιχεία.
Στην εφημερίδα χρονόμετρο (19.4.2005) διαβάζουμε τα εξής: « Στο δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αιώνα, ανάγεται η ίδρυση του αρχαίου οικισμού που εντοπίστηκε στο λόφο του Ακοντίσματος στην Ν. Καρβάλη………..Από τα μέχρι στιγμής ευρήματα εκείνο που προκύπτει είναι, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε η κ. Νικολαϊδου - Πατέρα[2], ότι πρόκειται για μια αρχαία πόλη, που ήταν κρυμμένη στο λόφο του Ακοντίσματος και η οποία ιδρύθηκε πιθανότατα από τους Θασίους, καθώς είναι ένας ακόμη οικισμός της Περαίας των Θασίων προς το ηπειρωτικό τμήμα………….Μετά τους Θασίους η σκυτάλη πρέπει να πέρασε στους Μακεδόνες και η πόλη πρέπει να ενισχύθηκε από τον Φίλιππο Β΄ ο οποίος εγκατέστησε φρουρά. Ακολούθησαν αργότερα οι Ρωμαίοι, που χρησιμοποίησαν την πόλη ως σταθμό στην Εγνατία Οδό, η οποία εκτιμάται ότι διερχόταν βόρεια του οικισμού. Τέλος υπάρχουν ενδείξεις ότι η πόλη είχε ζωή μέχρι την ύστερη αρχαιότητα και τα πρώιμα βυζαντινά χρόνια. Λόγω της στρατηγικής της θέσης αξιοποιήθηκε μέχρι τις ημέρες μας αφού υπάρχουν οχυρωματικά έργα που χρονολογούνται τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, ενώ το πιο πρόσφατο κατασκευάστηκε το 1972……..Όπως προαναφέραμε η πόλη χρονολογείται από το δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αιώνα και αυτή η χρονολόγηση έγινε βάση ενός χρυσού νομίσματος του βασιλέως Κασσάνδρου που βρέθηκε ανάμεσα στις πέτρες του τείχους. Μεταξύ των ευρημάτων είναι πολλά θραύσματα από αγγεία, τα οποία φέρουν σφραγίδες από εργαστήρια της Θάσου. Η πρώην έφορος Χάϊδω Κουκούλη – Χρυσανθάκη, παρούσα επίσης στην ξενάγηση ήταν η πρώτη που το 1971 είχε ταυτίσει την θέση με τον οικισμό του αρχαίου Ακοντίσματος, έχοντας στοιχεία από διάφορες ιστορικές πηγές. Η ανασκαφή που διενεργείται αυτές τις ημέρες με την οικονομική ενίσχυση της Στέγης Πολιτισμού Ν. Καρβάλης, αποτελεί την επιβεβαίωση της ορθότητας της εκτίμησης……….»
Στο ίδιο θέμα, λίγους μήνες μετά, αναφέρθηκε και η εφημερίδα «Τα Νέα» (9.02.2006) γράφοντας τα παρακάτω: «……….Τα ίχνη της αρχαίας Εγνατίας Οδού έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στη Νέα Καρβάλη. Η κύρια πύλη πρόσβασης ενός αρχαίου οχυρού που αποκαλύφθηκε πρόσφατα σε συνδυασμό με την ανασκαφή της εξωτερικής πλευράς του τείχους αποδεικνύει, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους της IH' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, πως ο μεγάλος στρατιωτικός και εμπορικός δρόμος πρέπει να περνούσε από τον αυχένα του λόφου βόρεια από το σημείο όπου σήμερα έχει κατασκευαστεί η σύγχρονη Εγνατία. Και κατά συνέπεια η θέση να ταυτιστεί με το αρχαίο Ακόντισμα που αναφέρεται σε φιλολογικές πηγές ρωμαϊκών χρόνων ως σταθμός της Εγνατίας Οδού, η οποία ένωνε από τα μέσα του 2ου π.X. αιώνα τις ανατολικές επαρχίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με την πρωτεύουσα Ρώμη.
Η πύλη προστατευόταν από δύο πύργους - ένας στην νότια πλευρά και δύο στην βόρεια. Στην περιοχή βρέθηκαν χάλκινα νομίσματα του Μακεδόνα βασιλιά Κασσάνδρου (306 -297 π.X.), αλλά και κομμάτια οξυπύθμενων αμφορέων από την Θάσο, χρονολογούν τη θέση στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.X. Γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα πως ο Κάσσανδρος θέλοντας να έχει τον έλεγχο του πανάρχαιου δρόμου που προϋπήρχε της Εγνατίας Οδού και οδηγούσε από την Ανατολή στη Μακεδονία οχύρωσε το ύψωμα αυτό. H θέση μάλιστα ήταν τόσο σημαντική ώστε ακόμη και στον A' Παγκόσμιο Πόλεμο χρησιμοποιήθηκε ως χαράκωμα.
Στην ίδια περιοχή εντοπίστηκε οχυρωμένος παραθαλάσσιος οικισμός του 6ου π.X. αιώνα που αποτελούσε εμπορικό σταθμό της Θάσου για την εκμετάλλευση της πλούσιας σε ξυλεία και μεταλλεύματα ενδοχώρας……»
Αντιλαμβανόμαστε εύκολα από τα προαναφερθέντα την διαχρονικότητα αλλά και την σημαντικότητα της περιοχής τόσο στρατιωτικά όσο και εμπορικά- οικονομικά. Άλλωστε ο ορεινός όγκος της περιοχής συνολικότερα είναι κατάμεστος από μεταλλευτικές στοές από τις οποίες γινόταν εξόρυξη σιδήρου, χαλκού και ευγενών μετάλλων. Στην περιοχή Χαλκερού υπάρχουν σιδηρομεταλλεύματα που εμφανίζουν υψηλούς δείκτες περιεκτικότητας χρυσού και αργύρου.[3]
Λίγο βορειότερα από το Ακόντισμα, στην περιοχή Λεύκης επίσης έχουν βρεθεί αρκετές στοές και σωροί εκκαμινευτικών σκουριών. Αλλά και ο ευρύτερος ορεινός όγκος της Λεκάνης παρουσιάζει ιδιαίτερο μεταλλευτικό ενδιαφέρον.

Εκ βαθέων…..

Μετά το εκκλησάκι της Αναλήψεως, στον λόφο βόρεια του λιθόχτιστου οικισμού του “Ακοντίσματος” και χαμηλά αριστερά από το μονοπάτι που οδηγεί στην κορυφή του, βρήκαμε την πρώτη εγκατάσταση (μεγάλη κυκλική κατασκευή από μπετόν διαμέτρου περίπου 6 μέτρων), η οποία χρησίμευε σαν βάση βαρέως πυροβόλου. Η είσοδος της στοάς ήταν ευρύχωρη και η μόνη που είχε επιπλέον κατασκευή σε σχήμα αψίδας από μπετόν, εμφανώς πρόσφατη, υποθέσαμε του Α’ ή Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Επίσης η μόνη με νοτιοδυτικό προσανατολισμό με θέα την Ν. Καρβάλη, ενώ οι υπόλοιπες πέντε επιτηρούσαν τον Νότο ελέγχοντας απόλυτα την πλευρά της θάλασσας.
Και οι έξι αυτές κατασκευές (βάσεις) ήταν πανομοιότυπες έχοντας τόσο κατασκευαστικές όσο και λειτουργικές ομοιότητες. Στην βόρεια πλευρά της κάθε βάσης υπάρχουν είσοδοι λαξευμένοι στον βράχο που σηματοδοτούν τις στοές. Αυτές με την σειρά τους δικτυώνονται μεταξύ τους δημιουργώντας έτσι ένα σύμπλεγμα όπου εμφανώς αποτελούσε κάλυψη και μάλιστα άριστη, αφού ο συμπαγής βράχος δεν επέτρεπε την είσοδο βλημάτων. Υπήρχαν αρκετές έξοδοι διαφυγής συνήθως λίγα μέτρα απόσταση από την κύρια είσοδο της στοάς. Άλλωστε όπως ανέφερα σχεδόν όλα επικοινωνούσαν μεταξύ τους έτσι ώστε κάποιος εύκολα να μετακινηθεί από την στοά A στην στοά ΣΤ και αντίστροφα με δυνατότητα να βρεθεί και στις ενδιάμεσες στοές. Ακόμη χαρακώματα με ενδιάμεσα πολυβολεία και κρύπτες συμπλήρωναν την αμυντική οχύρωση. Η απόσταση μεταξύ των βάσεων πυροβόλων ήταν περίπου 25-30 μέτρα.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορέσαμε να διαχωρίσουμε τις μεταγενέστερες κατασκευές από τις προϋπάρχουσες. Υπήρξε αρχικά η σκέψη ότι οι βάσεις των πυροβόλων κατασκευάστηκαν μετά την βουλγαρική κατοχή, από τον ελληνικό στρατό. Πληροφορία όμως από κάτοικο της Ν. Καρβάλης αργότερα μας έκανε να αλλάξουμε την άποψη μας. Αναφέρθηκε ότι οι σύμμαχοι είχαν διαρρεύσει παραπλανητικές πληροφορίες για την μεγάλη απόβαση - που τελικά πραγματοποιήθηκε στην Νορμανδία- η οποίες ήθελαν την απόβαση στην θαλάσσια περιοχή της Καβάλας. Όπως πριν ανάφερα από τους περιηγητές ακόμη υποστηριζόταν η καταλληλότητα του σημείου για προσβολή από την θάλασσα. Θα ήταν λογικό τα μεγάλα αυτά πυροβόλα να τοποθετήθηκαν στον λόφο από τον βουλγαρικό στρατό κατοχής, για την απώθηση των συμμαχικών δυνάμεων. Δυστυχώς η καταστροφή των στρατιωτικών αρχείων από τους βουλγάρους και η έλλειψη κάθε πληροφορίας σχετικής με τις αμυντικές τους κατασκευές, μας ανάγκασε να αρκεστούμε σε υποθέσεις και ανεξακρίβωτες πληροφορίες.
Οι περισσότερες ενδιάμεσες στοές είχαν μεγαλύτερο πλάτος βάσεως από ότι οροφής σχηματίζοντας έτσι ένα σχεδόν οξυκόρυφο σχήμα (σχ.2). Τα μεγαλύτερα έμοιαζαν με αίθουσες και είχαν αρκετά μεγάλες διαστάσεις με ίδιο πλάτος οροφής και βάσεως. Υπήρχε μόνο ένα επίπεδο στοών, σχεδόν οριζόντιο προς το έδαφος, χωρίς μεγάλες κλίσεις, σκαλοπάτια ή διακοπές από βάραθρα. Μόνο στα σημεία εισόδου Α & Β υπήρχαν κάθοδοι που εξυπηρετούνται από χτιστά σκαλοπάτια, κατασκευασμένα πολύ πρόσφατα με επένδυση πλακών σχιστόλιθου.
Ο εξαερισμός των στοών ήταν ιδιαίτερα καλός λόγω των πολλών εισόδων – εξόδων και του μικρού βάθους της διείσδυσης στον λόφο. Για τον λόγο αυτό δεν υπήρχαν φρεάτια εξαερισμού, η επίσκεψη τους γενικά ήταν απόλυτα ασφαλής.
Ικανοποιητικός αριθμός νυκτερίδων εντοπίστηκε σε ευρύχωρη στοά στο βάθος της εγκατάστασης, που φανερά ενοχλήθηκαν από την παρουσία μας. Στην ίδια στοά αντικρίσαμε κάτι που στην αρχή μας τρόμαξε. Κουρέλια από ρούχα, παπούτσια και κουβέρτες είχαν καλύψει κυριολεκτικά το δάπεδο. Κάποια άθλια παπούτσια πεταμένα εδώ και εκεί, καθώς και σκουριασμένα κουτιά από κονσέρβες συμπλήρωναν αυτή την απάνθρωπη εικόνα. Ένας αρουραίος σεβαστών διαστάσεων, προσπάθησε να κρυφτεί μόλις μας αντιλήφθηκε. Ίσως να ήταν το καθαρότερο πλάσμα εκεί μέσα. Δεν αργήσαμε φυσικά να καταλάβουμε τι είχε συμβεί, το σημείο ήταν στάση ανάπαυσης και κάλυψης λαθρομεταναστών. Το τραγικό της κατάστασης ήταν ότι ο έλεγχος των συνοριοφυλάκων ήταν μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω. Ποιος θα μπορούσε όμως να το σκεφθεί, όταν οι περισσότεροι αγνοούν την ύπαρξη των στοών.
Δεν υπήρχαν μπαζωμένα τμήματα, εκτός από μία μόνο στοά, αλλά συναντήσαμε “τυφλούς’’ διαδρόμους που πιθανά χρησίμευαν στην διευκόλυνση της κυκλοφορίας και την αποσυμφόρηση των στοών. Το μόνο τμήμα όπου υπήρχαν μπάζα, ήταν στην πρώτη βάση, κινούμενοι αριστερά από την είσοδο στην μεγάλη στοά που καταλήγει σε άλλη έξοδο οχυρωμένη, (οδηγεί σε χαράκωμα και μάλιστα έχει χτιστεί μέρος της για να στενέψει η έξοδος). Εκεί είχε μειωθεί το ύψος λόγω της εναπόθεσης υλικών στο έδαφος, αλλά και πάλι παραμένει ένας πολύ ευρύχωρος διάδρομος σε σχήμα παραλληλόγραμμου και όχι οξυκόρυφο όπως τα υπόλοιπα. Νομίζω ότι είναι και η μόνη με αυτό το σχήμα (βλ.σχ.1).
Η σύνδεση της με την κύρια είσοδο του συμπλέγματος (σημείο Α) δικαιολογεί τους ιδιαίτερα ευρύχωρους χώρους σαν “στρατηγείο” ή θαλάμους οπλιτών και πυρομαχικών (το ίδιο συναντάμε και στις στοές του τελωνείου της Καβάλας). Άλλωστε είναι η μοναδική που ήταν προστατευμένη από μια πιθανή απόβαση από την θάλασσα λόγω του προσανατολισμού της προς την Ν. Καρβάλη. Βέβαια εάν δεχθούμε την θεωρία του “στρατηγείου” τα μπάζα στο δάπεδο πρέπει να τοποθετήθηκαν μετά την χρήση της στοάς ως τέτοιο χώρο. Πρόκειται λοιπόν ή για υλικά που μεταφέρθηκαν από έξω, ή που από ισχυρή έκρηξη αποκολλήθηκαν από την οροφή.
Σε διάφορα σημεία εντοπίστηκαν ξύλινες σφήνες στο βράχο στο ύψος σχεδόν της οροφής, μερικές από αυτές είχαν ακόμη καρφιά στην επάνω μεριά τους που πιθανά χρησίμευαν για την στερέωση καλωδίων ή φωτιστικών μέσων.
Βόρεια από τις εγκαταστάσεις στην κορυφή του λόφου, υπάρχουν τα απομεινάρια καστρικής οχύρωσης, χαρακωμάτων και του παλαιού οικισμού. Επίσης υπάρχουν τομές στο έδαφος χαμηλότερα στην Βόρεια πλευρά και κλιμακωτού βάθους με κατάληξη περίπου 3-4 m στον πυθμένα, πλάτους περίπου 2 m. Υποθέσαμε ότι ξεκίνησαν με σκοπό την διάνοιξη στοών και ένωση με τις υπόλοιπες (στην εμπρός-νότια πλευρά του λόφου) αλλά δεν συνεχίστηκαν οι εργασίες για κάποιους λόγους άγνωστους σε εμάς αυτή την στιγμή. Η άλλη σκέψη είναι ότι απλά επρόκειτο για κρύπτες. Εντοπίζονται εύκολα από τις συκιές που έχουν φυτρώσει στο εσωτερικό τους και είναι ευδιάκριτες και έξω από την τομή (4-5 m ύψος συνολικά). Πληροφορία από τον κο Καπλάνη Ιωσηφίδη αναφέρει ότι χρησίμευαν σαν κάλυψη αντιαεροπορικών.
Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι παρά την οργανωμένη οχυρωματική εγκατάσταση δεν φαίνεται το παραμικρό από την πεδιάδα και την θάλασσα, τουλάχιστον όσο αφορά τις σύγχρονες εγκαταστάσεις οχύρωσης. Το αρχαίο τείχος ήταν ευδιάκριτο ακόμη και από τους πρόποδες του λόφου, άλλωστε αυτός ήταν ένας από τους ρόλους του, η αποθάρρυνση των εχθρών.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύνδεση των αμυντικών στοιχείων του λόφου με τα γειτονικά κτίσματα που εξυπηρετούσαν τον ίδιο σκοπό. Το αξιοπερίεργο είναι ότι υπάρχει μεγάλη χρονική απόσταση στον χρόνο κατασκευής των έργων αλλά και συνέπεια στα σημεία που εντοπίζονται.
Ο λόφος έχει οπτική επαφή με το οχυρά Α, Β και Γ τα οποία κατασκευάστηκαν το 1914 και εποπτεύουν την πεδιάδα του Χαλκερού, την περιοχή της Άσπρης άμμου, το Καρά Ορμάν (περιγιάλι), τα ορεινά περάσματα από βορρά και την θαλάσσια περιοχή του κόλπου της Ν. Καρβάλης. Το οχυρό Α που βρίσκεται στο ακρωτήριο «σπαθί» ελέγχει το θαλάσσιο πέρασμα αλλά και το φυσικό πέρασμα από όπου τώρα πλέον διέρχεται η Ν. Εγνατία. Το οχυρό Β βρίσκεται ακριβώς πάνω από τον κόμβο της Καρβάλης στην Νέα Εγνατία, στο σημείο των φαναριών. Αν σηκώσει κανείς το βλέμμα του στην κορυφή του λόφου, ακριβώς απέναντι από τα φανάρια (προς βορρά), μπορεί να δει τα υπολείμματα των αμυντικών έργων. Δεν μπορεί όμως να φανταστεί την έκταση και την ποιότητα της στρατιωτικής αυτής κατασκευής εάν δεν την επισκεφθεί από κοντά. Για τους ορεξάτους λοιπόν προτείνω μια ανάβαση στο εκπληκτικό αυτό σημείο, που αν δεν τους ενθουσιάσει σαν κατασκευή, θα τους αποζημιώσει σίγουρα σαν θέα. Βορειότερα του οχυρού B, βρίσκεται το οχυρό Γ στην θέση της “Παλιάς πύλης” της Καβάλας για τους διερχόμενους από ανατολάς, όπου η φυσική αποκοπή των εχθρών ήταν δεδομένη λόγω του δύσβατου της περιοχής. Η περιοχή μεταξύ των δύο αυτών θέσεων ονομάστηκε “Κανόνια” και αποτελούσε στο παρελθόν ισχυρή θέση άμυνας. Για το θέμα των οχυρώσεων του 1914, αλλά και αρχαιότερων που έχουν εντοπιστεί στην περιοχή και κατά την άποψη μου παρουσιάζουν μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον, επιφυλάσσομαι να επανέρθω με ειδικό άρθρο σύντομα, γιατί τους αξίζει αναγνώριση.
Ενδιάμεσα στους δύο λόφους μεταξύ οχυρού Β & Γ υπάρχει ένα υπέροχο πέτρινο φυλάκιο που είναι ορατό και από την Ν. Εγνατία. Είναι ορατό επίσης από τα περισσότερα σημεία της Καβάλας, αλλά και από τον κάμπο δυτικά της Ν. Καρβάλης. Το διπλό τείχος που το προστάτευε από ανατολικά ήταν ιδιαίτερα μεγάλο και ενισχυμένο και σήμερα ακόμη διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση. Ενημερώθηκα από τον Κο Μπακιρτζή Α. της Εφορίας Βυζαντινών αρχαιοτήτων Καβάλας (12η ΕΒΑ) ότι πρόκειται για βυζαντινό φυλάκιο κατασκευασμένο τον 13ο αι. Σε λίγα χρόνια όμως τόσο το τείχος, όσο και το φυλάκιο θα σωριαστούν, αν δεν τύχουν προσοχής και συντήρησης.
Από τον απέναντι του Ακοντίσματος λόφο, όπου υπάρχουν οι τηλεπικοινωνιακές κεραίες, ξεκινά επίσης ένα τείχος που συνεχίζει και αγκαλιάζει τον αμέσως επόμενο ανατολικό λόφο. Τα ορατά ερείπια του αποτελούνται από μικρούς λίθους σε συσσώρευση, χωρίς συνδετικό υλικό και το περίγραμμα πύργων είναι ορατό με προσεκτική παρατήρηση. Βρέθηκαν ωστόσο και στοιχεία νεότερων κατασκευών όπως πολυβολεία και χαρακώματα συνδεδεμένα με ο τείχος. Υποθέσαμε από την κεραμική ότι πρόκειται για παλαιότερη του 20ου αι. στρατιωτική εγκατάσταση, η οποία δέχθηκε συντήρηση και αλλαγές για χρήση της τον προαναφερόμενο αιώνα. Η κοντινή του απόσταση από τον λόφο του Ακοντίσματος καθώς και η εποπτεία του σε αυτόν, μας έκανε να το θεωρήσουμε ως συμπληρωματική οχυρή θέση. Δεν γνωρίζουμε άλλα στοιχεία μια και η βιβλιογραφική έρευνα δεν απέδωσε κάποια σχετική πληροφορία.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η περιγραφή του ταγματάρχη μηχανικού, Νικολάου Σχινά[4] (1886) στο έργο του “Οδοιπορικαί Σημειώσεις” όπου αναφέρει για τους λόφους αυτούς: «Ύπερθεν του φρουρίου και της πόλεως Καβάλας υπέρκεινται άδενδρα και δύσβατα πετρώδη υψώματα δεσπόζοντα της τε πόλεως και του φρουρίου και κατέχοντα οχυρές θέσεις. Επί τούτων επί Ενετοκρατίας ανηγέρθησαν πύργοι μέχρις τη σήμερον διατηρούμενων η κατάληψης και οχύρωσης προφυλάσσει την πόλιν από εισβολής εκ των οδών Δράμας, Ελευθερουπόλεως και Σαρί-σαμπαν (Χρυσούπολη)».
Δεν είναι δύσκολο να παρατηρήσουμε ότι και στην σημερινή της μορφή η οχύρωση αυτή παρουσιάζει πολλά κοινά σημεία με την αρχαία οχύρωση. Προστατεύουν και οι δύο τα σημαντικά περάσματα και συγκοινωνιακά δίκτυα. Έχει υποστηριχθεί η τοποθέτηση της αρχαίας Εγνατίας λίγο βορειότερα από την σημερινή της χάραξη. Αυτό μας κάνει να υποθέσουμε ότι στην διάρκεια των αιώνων η περιοχή αποτέλεσε και αποτελεί ακόμη σημείο επικοινωνίας από και προς την ανατολή.
Σοφά τοποθετημένα λοιπόν τα οχυρά αυτά, σε συνδυασμό με το Ακόντισμα δίνουν την εντύπωση απροσπέλαστου τόπου καλυμμένου τόσο τεχνητά όσο και φυσικά (έλη και χαράδρες, απόκρημνα περάσματα, σημεία ελέγχου, κ.α.). Ελπίζουμε όμως ποτέ πλέον να μην χρειαστεί να αποδειχθεί η στρατιωτική τους προσφορά, παρά μόνο να αποτελέσουν σημεία περιήγησης και έρευνας στην φύση και την ιστορία.

Επίλογος

Με την σύντομη περιγραφή αυτή των στοών και της αρχαίας και νεότερης οχύρωσης του Ακοντίσματος, προσπαθήσαμε να μεταδώσουμε το στίγμα της σημαντικότητας της περιοχής. Στόχος μας ακόμη ήταν η πρόκληση, αν το θέλετε ο ερεθισμός των αναγνωστών, ώστε να ασχοληθούν έμπρακτα με τα άγνωστα μνημεία του νομού και να συμβάλλουν τόσο στην έξοδο τους από την αφάνεια, όσο και στην ανάδειξη και προστασία τους.
Ευχή όλων μας πιστεύουμε ότι είναι η αξιοποίηση του πλούτου του τόπου μας, πέρα από πολιτικά, κομματικά ή ακόμη και προσωπικά συμφέροντα, δημιουργώντας ακόμη ένα αρχαιολογικό χώρο στο νομό μας. Έτσι θεωρούμε ότι θα ενωθούν οι κρίκοι της ιστορικής αλυσίδας και θα δυναμώσει η άρρηκτη σχέση με το παρελθόν.
Ας μην ξεχνάμε τον αρχαιολογικό πλούτο του Παγγαίου, των Φιλίππων, τα διάσπαρτα άγνωστα μνημεία στα ορεινά της Λεκάνης και του Συμβόλου και τόσα άλλα που παραμένουν στην αφάνεια. Ευχής έργο θα ήταν να σκύψει η πολιτεία στο πρόβλημα αυτό, ξεκινώντας από το μουσείο των Φιλίππων που για χρόνια είναι μη επισκέψιμο και να προχωρήσει στην ανάδειξη και των υπολοίπων μνημείων του νομού.
Είναι χρέος μας στις νέες γενιές να μεταλαμπαδεύσουμε την αγάπη για την ιστορία μας αλλά και την αναγκαιότητα για την προστασία του μέλλοντος μας. Χωρίς γνώση του παρελθόντος, το μέλλον είναι αβέβαιο.


[1] Χ.Κουκούλη – Χρυσανθάκη: Οι αποικίες της Θάσου στο Β. Αιγαίο. Νεώτερα ευρήματα.(σ.321)

[2] Αρχαιολόγος της ΙΗ Εφορίας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων, η οποία επόπτευσε την ανασκαφή συνεπικουρούμενη από την Ιωάννα Πατέρα – Νικολαϊδου, τότε φοιτήτρια αρχαιολογίας.
[3] Μνήμη Λαζαρίδη, Τα μέταλλα της Θασιακής Περαίας, Χ. Κουκούλη – Χρυσανθάκη σελ. 511
[4] Σχινάς Θ. Νικόλαος, Οδοιπορικαί Σημειώσεις – Μακεδονίας, Ηπείρου, Νέας οροθετικής Γραμμής και Θεσσαλίας, Μακεδονίας τεύχος Β’, τύποις Messager D’ Athenes, 1886.

Τετάρτη 2 Ιουλίου 2008

Το χάρισμα....

Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του βλέπω και του παρατηρώ. Στην μία περίπτωση απλά προσπερνάμε κάτι οπτικά, με την άκρη του ματιού που λέμε απλά, ενώ στην άλλη αντιλαμβανόμαστε την στιγμή, την αποτυπώνουμε και μένει στην μνήμη μας σαν εγγραφή στον "σκληρό μας δίσκο".
Η ουσία της περιήγησης -τουλάχιστον για μένα- είναι αυτή η επί τόπου παρατήρηση και καταγραφή των εντυπώσεων, συναισθημάτων, εικόνων, καταστάσεων, αλλαγών και όλων αυτών των ασήμαντων λεπτομερειών για κάποιους , που όμως κάνουν την διαφορά.
Λυπάμαι που δεν μπορώ να περιγράψω την ομορφιά ή την ασκήμια αυτού του κόσμου όπως ένας λογοτέχνης, δεν έχω το χάρισμα αυτό. Αυτό όμως που μπορώ θα το κάνω, για να εκπληρώσω την υποχρέωση μου στην φύση, που μας χάρισε την όραση και την ικανότητα της αντίληψης. Ας με συγχωρήσουν αυτοί που τα καταφέρνουν καλύτερα, όπως και εγώ θα τους συγχωρήσω εάν δεν πρόσφεραν στην γνώση αυτά που αβίαστα θα μπορούσαν να έχουν δώσει.
Μοιραστείτε μαζί μου λοιπόν, χωρίς ντροπές, την δική σας αντανάκλαση στον κόσμο αυτό, κανείς δεν ξέρει αν δεν προσπαθήσει τι καλό ή κακό μπορεί να αναδυθεί από αυτή την διαδικτυακή μας συντροφιά.
Καλή περιήγηση στις ομορφιές του κόσμου.......